Ο κύβος ερρίφθη στο πάρα πέντε. Ρόλο καταλύτη έπαιξε η Γαλλία, αλλά τη ζυγαριά έγειρε η στάση του Αραβικού Συνδέσμου.
Tου Σταυρου Λυγερου
Ο ορατός κίνδυνος η λιβυκή επανάσταση να πνιγεί στο αίμα λειτούργησε ως καταλύτης για να ανάψει το Συμβούλιο Ασφαλείας το «πράσινο φως» στη λήψη στρατιωτικών μέτρων.
Οταν διαπίστωσε ότι ακόμα και εντός του ΝΑΤΟ υπήρχαν επιφυλάξεις για την εφαρμογή Ζώνης Απαγόρευσης Πτήσεων, ο Καντάφι χρησιμοποίησε όλα τα οπλικά συστήματα που έχει στη διάθεσή του. Η διαφορά στρατιωτικού δυναμικού είναι καταλυτική. Οι κυβερνητικές δυνάμεις όχι μόνον αναχαίτισαν την προέλαση των επαναστατών προς την Τρίπολη, αλλά και πέρασαν στην αντεπίθεση, απειλώντας τη Βεγγάζη..... Η απόφαση του Συμβουλίου Ασφαλείας, όμως, ανέτρεψε τα δεδομένα. Αντιμέτωπος με μία δυτική επίθεση, ο Καντάφι έσπευσε να κηρύξει κατάπαυση του πυρός. Στο σημείο που έχουν φθάσει τα πράγματα, όμως, ένας συμβιβασμός μοιάζει απίθανος. Ούτε οι επαναστάτες ούτε η Δύση δείχνουν διατεθειμένοι να αποδεχθούν οτιδήποτε λιγότερο από την απομάκρυνση του Καντάφι από την εξουσία.
Ο αραβικός κόσμος βιώνει ένα τρίτο επαναστατικό κύμα. Το πρώτο ήταν το κύμα του αραβικού εθνικισμού, που αναπτύχθηκε σε αντίθεση προς την αποικιοκρατία και γέννησε τα νασερικού τύπου καθεστώτα. Ο εκφυλισμός, η διολίσθηση στη διαφθορά, σε συνδυασμό με την ανικανότητά τους να επιλύσουν προβλήματα ανάπτυξης και στοιχειώδους κοινωνικής δικαιοσύνης γέννησαν το δεύτερο κύμα. Τα ισλαμικά κινήματα βρήκαν νέα ακροατήρια και εισέβαλαν στην πολιτική σκηνή.
Το τρίτο κύμα έχει τη μορφή αυθόρμητων, ιδεολογικά πολύχρωμων και πολιτικά αδέσποτων λαϊκών εξεγέρσεων, οι οποίες κυοφορήθηκαν ως αποτέλεσμα δύο παραγόντων: Πρώτον, της διεθνούς οικονομικής κρίσης, που σε συνδυασμό με την υιοθέτηση μέτρων οικονομικού φιλελευθερισμού από τα αραβικά καθεστώτα, όξυνε τη φτώχεια. Δεύτερον, των νέων οριζόντων, που το Αλ Τζαζίρα και το Διαδίκτυο άνοιξαν στις παραδοσιακές αραβικές κοινωνίες, τροφοδοτώντας το διάχυτο αίτημα για ελευθερία κυρίως στη νεολαία. Ηταν ζήτημα χρόνου και τύχης ο εύφλεκτος «κάμπος» να πάρει φωτιά.
Οταν η εξέγερση στην Τυνησία ανέτρεψε τον Μπεν Αλι, ήταν αναπόφευκτο να προκαλέσει ντόμινο.
Ολα τα αραβικά καθεστώτα είναι περισσότερο ή λιγότερο αυταρχικά, αλλά η δομή και κυρίως οι εξαρτήσεις διαφέρουν. Με άλλα λόγια, υπάρχει κοινός παρονομαστής, αλλά και σοβαρές διαφοροποιήσεις. Η κυβέρνηση Ομπάμα φοβάται μήπως χαθεί ο έλεγχος, αλλά έχει συνείδηση ότι τα καθεστώτα αυτά έχουν κλείσει τον ιστορικό κύκλο τους. Γι’ αυτό και επεδίωξε την ταχύτατη και ελεγχόμενη μετεξέλιξή τους με εγγυητή τις τοπικές ένοπλες δυνάμεις, στις οποίες ασκεί επιρροή. Στο πλαίσιο αυτό, η Ουάσιγκτον απέτρεψε τη μαζική χρήση στρατιωτικής βίας εναντίον των διαδηλωτών και θυσίασε τις προσόψεις (τον Μπεν Αλι και τον Μουμπάρακ) για να διασώσει τον πυρήνα των καθεστώτων.
Η περίπτωση της Λιβύης είναι διαφορετική. Ο Καντάφι δέχθηκε τις απαιτήσεις της Δύσης, αλλά δεν την άφησε να διεισδύσει στους μηχανισμούς του καθεστώτος του. Με άλλα λόγια, δεν υπήρχε εσωτερικός παράγοντας, που να τον εμποδίσει να χρησιμοποιήσει τους πραιτωριανούς του. Αυτός ήταν ο λόγος, που η εξέγερση μετατράπηκε γρήγορα σε εμφύλια ένοπλη σύγκρουση.
Η ανατροπή του καθεστώτος αναμένεται να έχει επιπτώσεις σ’ ολόκληρη τη Μέση Ανατολή. Θα προσδώσει μία νέα δυναμική στο εξεγερσιακό κύμα, το οποίο έχει δείξει ότι δεν κάνει εξαιρέσεις. Με τον ίδιο τρόπο που απειλεί το αντιαμερικανικό καθεστώς Ασαντ στη Συρία, απειλεί και τα φιλοαμερικανικά καθεστώτα του Κόλπου. Τα καθεστώτα στο Μπαχρέιν και στην Υεμένη ήδη κλυδωνίζονται. Είναι αξιοσημείωτο ότι παραλλήλως με το αίτημα για ελευθερία και δημοκρατία, στην εξέγερση έχει υπεισέλθει και η αντίθεση σουνιτών -σιιτών, η οποία, εκτός από θρησκευτικό, εκεί έχει και κοινωνικοταξικό χαρακτήρα.
Τίποτα δεν αποκλείει ότι η πυρκαγιά θα εξαπλωθεί και στην υπερσυντηρητική Σαουδική Αραβία, με απρόβλεπτες συνέπειες όχι μόνο για τις γεωπολιτικές ισορροπίες, αλλά και για τη διεθνή οικονομία, λόγω πετρελαίου. Οι Αμερικανοί δεν το αγνοούν, αλλά ξεπέρασαν τις επιφυλάξεις τους, ελπίζοντας ότι θα ελέγξουν τις εξελίξεις στον Κόλπο και στο τέλος θα εξέλθουν με αυξημένη επιρροή.
Καθοριστικό ρόλο διεκδικεί και η Αγκυρα. Ο Ερντογάν «πουλάει» στους Δυτικούς τη θεωρία ότι το τουρκικό μοντέλο είναι η λύση στο πρόβλημα μετάβασης που έχει προκύψει στον αραβικό κόσμο. Προσπαθεί να τους πείσει να του αναθέσουν την «εργολαβία» με το επιχείρημα ότι η νεοοθωμανική Τουρκία και ταιριάζει στους Αραβες και βολεύει τη Δύση. Το διπλωματικό αυτό εγχείρημα δεν προσκρούει μόνο στην αντίθεση του Ισραήλ. Προσκρούει και στο γεγονός ότι η κυβέρνηση Ερντογάν επέλεξε να στηρίξει εμμέσως πλην σαφώς τον Καντάφι. Εάν τελικώς αυτός ανατραπεί και στη συνέχεια πέσει και το καθεστώς Ασαντ, η Τουρκία θα χάσει πόντους στη γεωπολιτική σκακιέρα.
Ο ορατός κίνδυνος η λιβυκή επανάσταση να πνιγεί στο αίμα λειτούργησε ως καταλύτης για να ανάψει το Συμβούλιο Ασφαλείας το «πράσινο φως» στη λήψη στρατιωτικών μέτρων.
Οταν διαπίστωσε ότι ακόμα και εντός του ΝΑΤΟ υπήρχαν επιφυλάξεις για την εφαρμογή Ζώνης Απαγόρευσης Πτήσεων, ο Καντάφι χρησιμοποίησε όλα τα οπλικά συστήματα που έχει στη διάθεσή του. Η διαφορά στρατιωτικού δυναμικού είναι καταλυτική. Οι κυβερνητικές δυνάμεις όχι μόνον αναχαίτισαν την προέλαση των επαναστατών προς την Τρίπολη, αλλά και πέρασαν στην αντεπίθεση, απειλώντας τη Βεγγάζη..... Η απόφαση του Συμβουλίου Ασφαλείας, όμως, ανέτρεψε τα δεδομένα. Αντιμέτωπος με μία δυτική επίθεση, ο Καντάφι έσπευσε να κηρύξει κατάπαυση του πυρός. Στο σημείο που έχουν φθάσει τα πράγματα, όμως, ένας συμβιβασμός μοιάζει απίθανος. Ούτε οι επαναστάτες ούτε η Δύση δείχνουν διατεθειμένοι να αποδεχθούν οτιδήποτε λιγότερο από την απομάκρυνση του Καντάφι από την εξουσία.
Ο αραβικός κόσμος βιώνει ένα τρίτο επαναστατικό κύμα. Το πρώτο ήταν το κύμα του αραβικού εθνικισμού, που αναπτύχθηκε σε αντίθεση προς την αποικιοκρατία και γέννησε τα νασερικού τύπου καθεστώτα. Ο εκφυλισμός, η διολίσθηση στη διαφθορά, σε συνδυασμό με την ανικανότητά τους να επιλύσουν προβλήματα ανάπτυξης και στοιχειώδους κοινωνικής δικαιοσύνης γέννησαν το δεύτερο κύμα. Τα ισλαμικά κινήματα βρήκαν νέα ακροατήρια και εισέβαλαν στην πολιτική σκηνή.
Το τρίτο κύμα έχει τη μορφή αυθόρμητων, ιδεολογικά πολύχρωμων και πολιτικά αδέσποτων λαϊκών εξεγέρσεων, οι οποίες κυοφορήθηκαν ως αποτέλεσμα δύο παραγόντων: Πρώτον, της διεθνούς οικονομικής κρίσης, που σε συνδυασμό με την υιοθέτηση μέτρων οικονομικού φιλελευθερισμού από τα αραβικά καθεστώτα, όξυνε τη φτώχεια. Δεύτερον, των νέων οριζόντων, που το Αλ Τζαζίρα και το Διαδίκτυο άνοιξαν στις παραδοσιακές αραβικές κοινωνίες, τροφοδοτώντας το διάχυτο αίτημα για ελευθερία κυρίως στη νεολαία. Ηταν ζήτημα χρόνου και τύχης ο εύφλεκτος «κάμπος» να πάρει φωτιά.
Οταν η εξέγερση στην Τυνησία ανέτρεψε τον Μπεν Αλι, ήταν αναπόφευκτο να προκαλέσει ντόμινο.
Ολα τα αραβικά καθεστώτα είναι περισσότερο ή λιγότερο αυταρχικά, αλλά η δομή και κυρίως οι εξαρτήσεις διαφέρουν. Με άλλα λόγια, υπάρχει κοινός παρονομαστής, αλλά και σοβαρές διαφοροποιήσεις. Η κυβέρνηση Ομπάμα φοβάται μήπως χαθεί ο έλεγχος, αλλά έχει συνείδηση ότι τα καθεστώτα αυτά έχουν κλείσει τον ιστορικό κύκλο τους. Γι’ αυτό και επεδίωξε την ταχύτατη και ελεγχόμενη μετεξέλιξή τους με εγγυητή τις τοπικές ένοπλες δυνάμεις, στις οποίες ασκεί επιρροή. Στο πλαίσιο αυτό, η Ουάσιγκτον απέτρεψε τη μαζική χρήση στρατιωτικής βίας εναντίον των διαδηλωτών και θυσίασε τις προσόψεις (τον Μπεν Αλι και τον Μουμπάρακ) για να διασώσει τον πυρήνα των καθεστώτων.
Η περίπτωση της Λιβύης είναι διαφορετική. Ο Καντάφι δέχθηκε τις απαιτήσεις της Δύσης, αλλά δεν την άφησε να διεισδύσει στους μηχανισμούς του καθεστώτος του. Με άλλα λόγια, δεν υπήρχε εσωτερικός παράγοντας, που να τον εμποδίσει να χρησιμοποιήσει τους πραιτωριανούς του. Αυτός ήταν ο λόγος, που η εξέγερση μετατράπηκε γρήγορα σε εμφύλια ένοπλη σύγκρουση.
Η ανατροπή του καθεστώτος αναμένεται να έχει επιπτώσεις σ’ ολόκληρη τη Μέση Ανατολή. Θα προσδώσει μία νέα δυναμική στο εξεγερσιακό κύμα, το οποίο έχει δείξει ότι δεν κάνει εξαιρέσεις. Με τον ίδιο τρόπο που απειλεί το αντιαμερικανικό καθεστώς Ασαντ στη Συρία, απειλεί και τα φιλοαμερικανικά καθεστώτα του Κόλπου. Τα καθεστώτα στο Μπαχρέιν και στην Υεμένη ήδη κλυδωνίζονται. Είναι αξιοσημείωτο ότι παραλλήλως με το αίτημα για ελευθερία και δημοκρατία, στην εξέγερση έχει υπεισέλθει και η αντίθεση σουνιτών -σιιτών, η οποία, εκτός από θρησκευτικό, εκεί έχει και κοινωνικοταξικό χαρακτήρα.
Τίποτα δεν αποκλείει ότι η πυρκαγιά θα εξαπλωθεί και στην υπερσυντηρητική Σαουδική Αραβία, με απρόβλεπτες συνέπειες όχι μόνο για τις γεωπολιτικές ισορροπίες, αλλά και για τη διεθνή οικονομία, λόγω πετρελαίου. Οι Αμερικανοί δεν το αγνοούν, αλλά ξεπέρασαν τις επιφυλάξεις τους, ελπίζοντας ότι θα ελέγξουν τις εξελίξεις στον Κόλπο και στο τέλος θα εξέλθουν με αυξημένη επιρροή.
Καθοριστικό ρόλο διεκδικεί και η Αγκυρα. Ο Ερντογάν «πουλάει» στους Δυτικούς τη θεωρία ότι το τουρκικό μοντέλο είναι η λύση στο πρόβλημα μετάβασης που έχει προκύψει στον αραβικό κόσμο. Προσπαθεί να τους πείσει να του αναθέσουν την «εργολαβία» με το επιχείρημα ότι η νεοοθωμανική Τουρκία και ταιριάζει στους Αραβες και βολεύει τη Δύση. Το διπλωματικό αυτό εγχείρημα δεν προσκρούει μόνο στην αντίθεση του Ισραήλ. Προσκρούει και στο γεγονός ότι η κυβέρνηση Ερντογάν επέλεξε να στηρίξει εμμέσως πλην σαφώς τον Καντάφι. Εάν τελικώς αυτός ανατραπεί και στη συνέχεια πέσει και το καθεστώς Ασαντ, η Τουρκία θα χάσει πόντους στη γεωπολιτική σκακιέρα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου