Σάββατο 10 Ιουλίου 2010

Έντεκα και ένας μύθοι για τα ελληνοτουρκικά.

Ο στόχος του δημοκρατικού κι ευνομούμενου κράτους είναι μέσω της ισχύος του να εξασφαλίζει την πολιτική και χωρική κυριαρχία στα πλαίσια της οποίας η δημοκρατία θα λειτουργεί απρόσκοπτα. Όταν το κράτος συμπεριφέρεται με αυτό το γνώμονα τότε λειτουργεί ορθολογικά και τροφοδοτεί την ειρήνη με τους γείτονές του καθιστώντας κάθε πόλεμο άσκοπο.

1 Η Τουρκία πιέζεται από την Ευρωπαϊκή Ένωση για να αλλάξει την εσωτερική της δομή και να μεταμορφωθεί σε ένα ευνομούμενο δυτικό κράτος.
Λάθος. Μέχρι σήμερα καμία χώρα δεν αναμόρφωσε το εσωτερικό της εφόσον δεν πληρούνταν μία από τις ακόλουθες δύο προϋποθέσεις:
α) να υπάρχει κάποια ευρεία πλειοψηφία στον πληθυσμό της ή τις ηγετικές της ελίτ που να επιδιώκει την εσωτερική αλλαγή για τα συμφέροντά της,.......
β) να υπάρχει μια εξωτερική δύναμη η οποία με την προβολή πολιτικής, οικονομικής ή στρατιωτικής ισχύος να επέβαλλε τις αλλαγές επειδή κάτι τέτοιο εξυπηρετούσε το συμφέρον της.
Η Τουρκία δεν περιλαμβάνει μια ευρεία πλειοψηφία στο εσωτερικό της που να επιδιώκει την αναμόρφωση. Το αντίθετο, η ευρωπαϊκή προοπτική και οι παραίτητες αλλαγές δεν είναι ευρέως αποδεκτές ούτε από την πολιτική ηγεσία, ούτε από την εκπεφρασμένη πλειοψηφία του πληθυσμού αλλά ούτε και από το βαθύ κράτος. Η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν δείχνει τη διάθεση να πιέζει την Τουρκία με οποιοδήποτε άλλο μέσο πλην της απειλής απόρριψης της ενταξιακής της φιλοδοξίας. Η φιλοδοξία ένταξης δεν αποτελεί ούτε τον μοναδικό ούτε όμως και τον κυριότερο στόχο μιας Τουρκίας που έχει πάμπολλα εσωτερικά προβλήματα και πολύ επικίνδυνα σύνορα στα ανατολικά της.

2. Η στρατηγική ευρωπαϊκοποίησης της Τουρκίας είναι μια χαμηλού ρίσκου στρατηγική.

Λάθος. Παρουσιάζεται ένας βλαβερός δυϊσμός στην ελληνική εξωτερική πολιτική. Από τη μία επιδιώκει την Eυρωπαϊκοποίηση των ελληνοτουρκικών ώστε να σηκωθούν κάποια βάρη από τους εταίρους με την ελπίδα ότι η Τουρκία θέλει και πρόκειται να συμμορφωθεί. Από την άλλη πρέπει να αντιμετωπίζει αφενός την έλλειψη θέλησης της Τουρκίας για σοβαρές αλλαγές σε εσωτερικό και εξωτερικό πεδίο [απόλυτα και εμπειρικά αποδεδειγμένο γεγονός και ενδεικτικό του ότι οι γείτονες δεν είναι βέβαιοι για το τι θέλουν], αφετέρου πρέπει να κρατάει ανοικτή την πόρτα στην Τουρκία, σε αντίθεση με τους περισσότερους Ευρωπαίους που βιάζονται να την κλείσουν. Αν οι Ευρωπαίοι πιέσουν και απορρίψουν την Τουρκία τότε η ελληνική στρατηγική καταρρέει, αν την αφήσουν να προχωρήσει τότε η Τουρκία θα πρέπει να ανατρέψει όλες τις εσωτερικές της ισορροπίες για να αλλάξει, κάτι αμφίβολο με βάση την διαπίστωση (1), ή να μπει με "ελαστικά" κριτήρια τα οποία δεν θα εξασφαλίσουν οφέλη για την Ελλάδα... Μέχρι τότε η Ελλάδα δεν θα έχει ΑΠΟΛΥΤΩΣ καμία εγγύηση επιτυχίας και η Τουρκία δεν θα έχει κανένα απολύτως κίνητρο να σταματήσει τις διεκδικήσεις γιατί δεν θα επιβαρύνεται με κανένα κόστος όσο εμμένει σε αυτές. Επομένως το ρίσκο δεν είναι σε καμία περίπτωση χαμηλό.

3. Η υποχωρητική στάση της Ελλάδας δικαιολογείται στα πλαίσια της ευρύτερης στρατηγικής της, πληρώνουμε τώρα για να πληρωθούμε αργότερα.

Λάθος. Ο κατευνασμός, ήπιος ή οξύς, πάντα ενισχύει τον κατευναζόμενο γιατί, αφενός, μειώνει τα κόστη των δράσεών του και, αφετέρου, του δημιουργεί την εντύπωση ότι οι δράσεις του αποδίδουν αποτελέσματα. Το γεγονός αυτό αυξάνει σταδιακά τη χρησιμότητα της προκλητικότητας και υποβαθμίζει τη χρησιμότητα των εναλλακτικών επιλογών. Ένας φοιτητής πολιτικών επιστημών πρώτου έτους έχει διαβάσει κι έχει μάθει τον αέναο νόμο της ισορροπίας, ακόμα κι αν έχει διαβάσει απλά το Θουκυδίδη. Όσο εκπέμπεις το σήμα ότι οι προκλήσεις του αντιπάλου αποδίδουν, τόσο αποδυναμώνεις τις εναλλακτικές [φιλειρηνικές] επιλογές του. Κι όσο τις αποδυναμώνεις τόσο περισσότερα κέρδη αναμένει από εκείνες ώστε να καταστούν ελκυστικές και να τις προτιμήσει.

4. Η Ελλάδα δεν δύναται να αντιδρά δυναμικά γιατί θα προκαλέσει πόλεμο.

Δεν υπάρχει περισσότερο παραπλανητικός μύθος από την άποψη ότι οι σχέσεις μεταξύ των κρατών περιγράφονται με το δίπολο ειρήνη-πόλεμος. Υπό αυτές τις συνθήκες η διπλωματία δεν θα είχε κανένα μέλλον ως διεθνής θεσμός. Οι ακαδημαϊκοί που ασχολήθηκαν με τον πόλεμο τα τελευταία 50 χρόνια έχουν εντοπίσει τόσες πολλές διαφοροποιήσεις στην ένταση της σύγκρουσης [και σε αυτή την έννοιά της] ώστε αδυνατούν να συντάξουν μια τυπολογία του τι θεωρείται πόλεμος και τι όχι. Αν το κριτήριο είναι η παραβίαση της εθνικής κυριαρχίας [το θεμελιακό χαρακτηριστικό οποιουδήποτε κράτους] τότε Ελλάδα και Τουρκία βρίσκονται ήδη σε πόλεμο κι επομένως ασκούν ενδοπολεμική διπλωματία. Οι περισσότεροι ακαδημαϊκοί [Doran, Suganami] θεωρούν πόλεμο τη σύγκρουση με θύματα άνω των 10.000. Στην περίπτωση των ελληνοτουρκικών οι πιθανότητες [λόγω γεωγραφικών χαρακτηριστικών, οικονομικής διάρθρωσης, διεθνούς περιβάλλοντος και στρατιωτικής ισχύος] συνηγορούν υπέρ θερμών και εξαιρετικά επικίνδυνων σε υλικό και συμβολικό επίπεδο θερμών επεισοδίων μικρής χρονικής διάρκειας. Ωστόσο, ακόμα κι αυτή η άποψη αφήνει εκτός σκέψης τη συνηθέστερη πρακτική μεταξύ συγκρουόμενων κρατών: την άσκηση της απειλής ως αποτρεπτικό του πολέμου μέσο. Με άλλα λόγια την εφαρμογή μιας αποδοτικής αποτρεπτικής στρατηγικής η οποία να "σώνει" τα κράτη από τον πόλεμο κάνοντας εμφανή τα ενδεχόμενα αποτελέσματά του. Ένας ελληνοτουρκικός πόλεμος δεν θα συμβεί όσο Ελλάδα και Τουρκία αποδεικνύουν έμπρακτα ή μη ότι το ενδεχόμενό του θα ήταν καταστρεπτικό και για τους δύο. Όταν ένας από τους δύο πιστέψει ότι υπερέχει αποφασιστικά, ή παρερμηνεύσει τις δυνατότητες και την αποφασιστικότητα του άλλου ώστε να θεωρεί ότι εξασφάλισε επαρκές πλεονέκτημα, ο πόλεμος θα καθίσταται πιθανότερος. Αυτό είναι κοινός τόπος σε όλο το φάσμα των σχέσεων μεταξύ συλλογικοτήτων.

5. Ο πόλεμος αποτελεί σφάλμα/παράπτωμα των κρατών τα οποία δεν μπορούν να λύσουν τις διαφορές τους ειρηνικά. Αν ένας από τους δύο δείξει κατανόηση τότε μπορεί να αποφύγει την εσφαλμένη κλιμάκωση.

Λάθος. Ο πόλεμος αποτελεί στη συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων συνειδητή επιλογή των ελίτ που προκύπτει μέσα από ορθολογικές αναλύσεις, ελλείψει ωστόσο επαρκούς πληροφόρησης. Και δεν είναι συχνά αντιδημοφιλής ως επιλογή γιατί οι ελίτ φροντίζουν πάντα να έχουν επαρκή εσωτερική νομιμοποίηση πριν καταφύγουν σε πόλεμο. Ασφαλώς και η διατήρηση επικοινωνίας μεταξύ των συγκρουόμενων αυξάνει τις πιθανότητες αποφυγής πολέμου, αλλά αυτό όχι επειδή εντείνει τις φιλειρηνικές διαθέσεις αλλά επειδή αποκρυσταλλώνει τις προθέσεις των μερών. Εφόσον, βέβαια τα μέρη όντως επιδιώκουν να παραιτηθούν από τις βλέψεις τους προς όφελος της ειρήνης. Πράγμα το οποίο στην ελληνοτουρκική περίπτωση δυστυχώς δεν είναι βέβαιο.

6. Η απειλή του πολέμου βαραίνει τις ελίτ και τα συμφέροντά τους, οι λαοί δεν έχουν να χωρίσουν τίποτα. Άρα αν οι απλοί άνθρωποι μιλούσαν, το φάσμα του πολέμου δεν θα υπήρχε.

Λάθος. Καταρχήν, ο πόλεμος διεξάγεται μεταξύ συλλογικοτήτων, όχι μεταξύ ατόμων. Σε διακρατικούς πολέμους τα μεμονωμένα άτομα είναι περίπου άσχετα ως παράγοντες. Τα άτομα (ακόμα και διαφορετικών εθνικοτήτων) μπορούν να αποφεύγουν τη μεταξύ τους βία κυρίως λόγω της πίεσης των ηθικών περιορισμών αλλά και εξαιτίας των κυρώσεων που ακολουθούν κάθε βίαιη δράση, δηλαδή το νόμο. Με αυτό τον τρόπο ευτυχώς αποφεύγεται μια κατάσταση χάους όλων εναντίων όλων. Κοιτώντας τα διεθνή, τα άτομα καταδικάζουν τους πολέμους μεταξύ κρατών, πρώτον, επειδή τους αντιμετωπίζουν ως μεμονωμένες βίαιες πράξεις μεταξύ ομοίων όπου η ατομική ηθική παίζει ιδιαίτερο ρόλο και δεύτερον, επειδή αγνοούν [ή θέλουν να αγνοούν] τη μακρά αλυσίδα που συνδέει τα συμφέροντά τους [ελευθερία, ασφάλεια, ευμάρεια] με την ύπαρξη του κράτους. Για τα άτομα, τα κράτη είναι αθροίσματα ανθρώπων κι όχι λειτουργικές και μερικώς αυτόνομες πολιτικές οντότητες. Αντίθετα, στα διεθνή πράγματα οι συλλογικότητες, δηλαδή τα κράτη, είναι οι πρωταγωνιστές και ηθική μεταξύ τους δεν υπάρχει γιατί δεν υπάρχει και κάποια αποτελεσματική κανονιστική εξουσία που θα την επιβάλλει έμμεσα [μέσα από διεθνείς αρχές] ή άμεσα [μέσα από την απειλή κυρώσεων]. Οι διεθνείς κανονιστικές αρχές υποβόσκουν στη διεθνή ζωή αλλά η πηγή της ύπαρξής τους είναι τα ίδια τα κράτη, τα οποία και τις ρυθμίζουν.

7. Το έδαφος [εκτάσεις, νήσοι, βραχονησίδες] έχει συγκεκριμένη χρησιμότητα και με βάση τον υπολογισμό της κρίνεται το αν κάποιο κράτος πρέπει να πάει σε πόλεμο για να το υπερασπίσει.

Λάθος. Πρώτον, γιατί η χρησιμότητα του εδάφους διαφοροποιείται μέσα στο χρόνο, δεύτερον, επειδή η αρχή ύπαρξης του κράτους, και των υπηρεσιών που προσφέρει στα πλαίσια της δημοκρατίας στους πολίτες του, είναι η πολιτική αλλά και χωρική του σύσταση και η μη επιβουλή της από άλλα κράτη. Πολύ απλά, έχουμε εξασφαλίσει την ειρήνη όταν το ένα κράτος σέβεται τα δικαιώματα του άλλου μέχρι κεραίας. Αυτή είναι η θεμελιώδης αρχή του διεθνούς συστήματος και την υπαγορεύει η πραγματικότητα, η λογική και το δίκαιο.

8. Ένα κράτος βρίσκεται πάντα στο δίλημμα μεταξύ διπλωματίας και ένοπλης απειλής ως αλληλοαποκλειόμενων επιλογών εξωτερικής πολιτικής.

Λάθος. Δεν υπάρχει στρατηγική ανάλυση οποιουδήποτε κράτους, οπουδήποτε στον κόσμο, που σε ζητήματα κυριαρχίας να μην συνδυάζει το καρότο [διπλωματία] με το μαστίγιο [ένοπλη ισχύς]. Δεν πρόκειται για φιλοπόλεμη στάση, πρόκειται για τη διεθνή πραγματικότητα όπως προκύπτει από το γεγονός ότι ο κόσμος είναι χωρισμένος σε κράτη που κατέχουν ισχύ και δεν έχει συσταθεί ένα παγκόσμιο χωριό. Το παγκόσμιο χωριό φαίνεται να είναι μια θαυμάσια ιδέα αλλά κανένα κράτος δεν προτίθεται να θέσει σε κίνδυνο την ακεραιότητά του για να την πραγματοποιήσει. Παράλληλα, το διεθνές δίκαιο είναι ένα κανονιστικό πλαίσιο και αποτελεί χρήσιμο εργαλείο στην εξασφάλιση δικαιωμάτων για όλους, αλλά η ύπαρξη και η ενδυνάμωσή του καθορίζεται άμεσα από τα κράτη τα οποία πρέπει να προστατεύονται για να το ενισχύουν. Για να υπάρχει διπλωματία θα πρέπει να υπάρχει ένα υπόστρωμα ισχύος, αλλιώς η διπλωματία θα ήταν μια άσκοπη συζήτηση και συναλλαγή για το τίποτα.

9. Η ετοιμότητα ενός κράτους να χρησιμοποιήσει όλα τα μέσα για την υπεράσπιση της κυριαρχίας του είναι ενδεικτικό εθνικιστικής πολιτικής.

Λάθος κατά το ήμισυ τουλάχιστον. Ασφαλώς και ο εθνικισμός μεταξύ άλλων αποτελεί συνεκτικό ιστό και κινητήρια δύναμη του κράτους στην άμυνά του. Ασφαλώς και ο εθνικισμός όταν συνδέεται με την αίσθηση ανωτερότητας, τη διάθεση επικυριαρχίας και την απόρριψη του διαφορετικού αποτελεί παθολογικό πολιτικό χαρακτηριστικό σε οποιοδήποτε κράτος. Αλλά ταυτόχρονα, ο εθνικισμός συνέβαλε στη διαμόρφωση συλλογικοτήτων οι οποίες διαμέσου των αιώνων κατάφεραν να δημιουργήσουν κανονιστικά συστήματα δημοκρατικών αρχών που εγγυώνται την ισονομία, την ισότητα, τη συμβίωση, την ελευθερία και την εσωτερική ειρήνη. Παρά τις ατέλειές του το κράτος [αποτέλεσμα μεταξύ άλλων του εθνικισμού], είναι, δυστυχώς ή ευτυχώς, η περισσότερο πρόσφορη [και από πολλές απόψεις η μοναδική διαθέσιμη] επιλογή διακυβέρνησης και η προάσπισή του σημαίνει παράλληλα προάσπιση των εσωτερικών κανόνων που οι πολίτες του αποφάσισαν να υιοθετήσουν, στην περίπτωση της Ελλάδας των δημοκρατικών κανόνων διακυβέρνησης.

10. Οι δημοκρατίες δεν κάνουν πόλεμο. Η Ελλάδα ως δημοκρατική χώρα δεν πρέπει να απειλεί ποτέ με τα όπλα. Δεν το επιτρέπει ο δημοκρατικός της πολιτισμός.

Λάθος. Στο ζήτημα της κυριαρχίας όλα τα κράτη είναι ίσα. Ανεξάρτητα με τα εσωτερικά τους πολιτικά συστήματα έχουν όλα τα ίδια δικαιώματα στην ένοπλη άμυνα. Ένα κράτος δημοκρατικό, ημι-δημοκρατικό, ολιγαρχικό, κομουνιστικό έχει, από διεθνή σκοπιά, το ίδιο δικαίωμα ένοπλης προστασίας της κυριαρχίας με όλα τα υπόλοιπα. Όσα δικαιώματα σε αυτοπροστασία έχει η Ελλάδα, άλλα τόσα έχει η Τουρκία, το Μονακό, το Λουξεμβούργο, το Ιράν και το Ιράκ. Οι Αμερικάνικες θέσεις ότι το ένα κράτος είναι δημοκρατικότερο από το άλλο, ότι τα μη-δημοκρατικά έχουν λιγότερα δικαιώματα και πρέπει να εκδημοκρατιστούν κατά τα αμερικάνικα πρότυπα με τη βία, κρύβει λιγότερο θεάρεστες προθέσεις από όσο οι πέραν του ατλαντικού θα επιθυμούσαν.

11. Η Ελλάδα είναι ανίσχυρη μπροστά στην Τουρκία, οι ηγέτες της οφείλουν να είναι κυνικοί και να αποδεχτούν την αδυναμία της. "Οι ισχυροί κάνουν αυτό που τους επιτρέπει η ισχύς τους, οι αδύναμοι υπομένουν αυτά που τους επιβάλλει η αδυναμία τους".

Τραγικό λάθος και εντελώς αποσπασματική ανάγνωση του Θουκυδίδη. Πρώτον, η εκ των προτέρων παραίτηση από τα κυριαρχικά δικαιώματα αποτελεί παραφύσεις επιλογή στο βαθμό που στερεί τους πολίτες από τους κύριους λόγους για τους οποίους υπάρχουν οι συλλογικότητες: την εξασφάλιση της συμβίωσης και της αυτονομίας. Δεύτερον, είναι απίστευτα δύσκολο να υπολογίσει κανείς την κρατική ισχύ. Είμαι αρκετά ισχυρός για να κάνω τι; Να εκφοβίσω; Να κατακτήσω; Να αμυνθώ; Η ισχύς είναι απόλυτα σχετιζόμενη με το στόχο που εξυπηρετεί, με το πεδίο στο οποίο εφαρμόζεται και με τον τρόπο που χρησιμοποιείται από τους κατόχους της. Όποιος καταφέρει να υπολογίσει με ακρίβεια το αποτέλεσμα ενός πολέμου μεταξύ Ελλάδας-Τουρκίας, ΗΠΑ-Ιράν, Ρωσίας-Ουκρανίας τότε προφανώς θα είχε ήδη καταφέρει να προβλέψει το αποτέλεσμα του πολέμου των ΗΠΑ στο Βιετνάμ, της Σοβιετικής Ένωσης στο Αφγανιστάν, του Ιράκ με το Ιράν, των ΗΠΑ με το Ιράκ. Σε κάθε περίπτωση, η ισχύς πρέπει να υπάρχει για να αποτρέπει και για αυτό το σκοπό η σχέση Ελλάδας-Τουρκίας είναι σχέση ισορροπίας σε στρατιωτικό επίπεδο.

12. Ο στόχος του Ελληνικού κράτους είναι να αποφεύγει τον πόλεμο με κάθε κόστος.

Λάθος. Ο στόχος του δημοκρατικού κι ευνομούμενου κράτους είναι μέσω της ισχύος του να εξασφαλίζει την πολιτική και χωρική κυριαρχία στα πλαίσια της οποίας η δημοκρατία θα λειτουργεί απρόσκοπτα. Όταν το κράτος συμπεριφέρεται με αυτό το γνώμονα τότε λειτουργεί ορθολογικά και τροφοδοτεί την ειρήνη με τους γείτονές του καθιστώντας κάθε πόλεμο άσκοπο.

Σαλαπασίδης Γ.
Διδάκτωρ Διεθνών Σχέσεων

Δεν υπάρχουν σχόλια: