Παρασκευή 9 Ιουλίου 2010

Οι μπουρμάδες κι οι ντολμάδες

Μπουρμᾶ! ἐπεράσαν κεῖνα πού κάτεχες. (Ι.Κονδυλάκης)

Διαβάσαμε με μεγάλο ενδιαφέρον τις προηγούμενες ημέρες ότι απόγονοι Τουρκοκρητικών ήλθαν στην Κρήτη προκειμένου να αναζητήσουν τα ίχνη των πατρογονικών τους περιουσιών και προφανώς να διεκδικήσουν ό,τι μπορούν απ΄αυτές. Αναρωτάται κανείς πώς θα αντιδρούσε σε αυτή την είδηση ένας Καπετάν Κόρακας ή ένας Χατζή-Μιχάλης Γιάνναρης, άνδρες που αφιέρωσαν την ζωή τους στον βωμό της ελευθερίας της Κρήτης και στον αγώνα απέναντι στον οθωμανικό ζυγό.....Για να θέσουμε ένα ιστορικό πλαίσιο, οι μουσουλμάνοι της Κρήτης, που έμειναν γνωστοί ως Τουρκοκρήτες ή Τουρκοκρητικοί, ήταν σε συντριπτική πλειοψηφία ιθαγενείς Κρήτες που εξισλαμίστηκαν οικειοθελώς προκειμένου να ζήσουν χωρίς τις δυσκολίες που αντιμετώπιζαν οι χριστιανοί στα χρόνια της Τουρκοκρατίας. Απαρνώμενοι την θρησκεία τους και ενστερνιζόμενοι το Ισλάμ απέφευγαν την επαχθέστατη φορολογία, κατάφερναν μέσω των ιεροδικείων να λαμβάνουν τα καλλίτερα κτήματα και γίνονταν αυτομάτως επικυρίαρχοι πάνω στους αδελφούς τους υποδούλους. Το μίσος που αναπτύχθηκε μεταξύ των Κρητών και των Τουρκοκρητών ήταν παροιμιώδες. Οι Τουρκοκρητικοί έγιναν οι πλέον φανατικοί και αιμοσταγείς διώκτες των χριστιανών Κρητών. Ίσως για να αποδείξουν ότι είναι ακραιφνείς μουσουλμάνοι, ίσως από φθόνο και μειονεξία απέναντι σε αυτούς που άντεχαν τις δυσκολίες και δεν αλλαξοπιστούσαν, έγιναν ο εφιάλτης που στοίχειωνε την ζωή των σκλαβωμένων Κρητών. Παράλληλα, λόγω της ελληνικής τους καταγωγής και της ελάχιστης γνώσης της τουρκικής γλώσσας, ουδέποτε απέκτησαν την πλήρη αναγνώριση των γνήσιων Τούρκων, που ήσαν πάντοτε λίγοι στην Κρήτη. Γι’ αυτό και οι δεύτεροι τους απέδωσαν την υποτιμητική ονομασία «μπουρμάδες», δηλαδή αρνησίθρησκοι, αλλαξόπιστοι, και σύντομα τους αποκαλούσαν έτσι και οι χριστιανοί του νησιού.

Μετά το 1898, που τερματίστηκε η οθωμανική κατοχή της Κρήτης με το καθεστώς της αυτόνομης Κρητικής Πολιτείας και άρχισε να διαφαίνεται καθαρά ότι αργά ή γρήγορα η Μεγαλόνησος θα ενωθεί με την Ελλάδα, άρχισε ένα ρεύμα φυγής των Τουρκοκρητικών και μετοίκησής τους σε περιοχές της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Αυτό το ρεύμα ενισχύθηκε κι εντάθηκε ιδιαίτερα μετά το 1912, όταν η πολυπόθητη ένωση συντελέστηκε. Στην δεκαετία 1912-1922 μεγάλο μέρος των Τουρκοκρητικών εκποίησε τις περιουσίες του και έφυγε από την Κρήτη, υπό τον φόβο της αντιμετώπισης που θα είχε από τους νέους κυριάρχους, τους χριστιανούς Κρήτες, που είχαν ζήσει τα πάνδεινα επί δύο και πλέον αιώνες.

Το 1923 με την Συνθήκη της Λωζάνης, την οποία από την πλευρά της Ελλάδας διαπραγματεύθηκε ο Ελευθέριος Βενιζέλος, αποφασίστηκε η αμοιβαία εκατέρωθεν ανταλλαγή των πληθυσμών επί τη βάση του θρησκεύματος. Οι τελευταίοι Τουρκοκρητικοί έφυγαν από την Κρήτη και εγκαταστάθηκαν στην Τουρκία. Στην Κρήτη ήρθε κι εγκαταστάθηκε το ζωντανό και δραστήριο στοιχείο του προσφυγικού Μικρασιατικού Ελληνισμού. Έτσι εν ολίγοις έληξε ο βίος του μουσουλμανικού – πλην ελληνογενούς – στοιχείου της Κρήτης. Σήμερα λοιπόν μετά από περίπου ενενήντα χρόνια κάποιοι απόγονοι αυτών των ανθρώπων ετοιμάζονται να διεκδικήσουν (αυτοβούλως;) περιουσίες των οικογενειών τους. Πόσο βάσιμη είναι αυτή η επιδίωξη; Ποια θα ‘πρεπε τάχα να είναι η στάση των Κρητικών σήμερα απέναντι σε μια τέτοια προσπάθεια;

Οι Τουρκοκρητικοί στην πλειοψηφία τους είχαν μετοικήσει πριν το 1923 και την αναγκαστική ανταλλαγή των πληθυσμών, την οποία ωστόσο προσυπέγραψε και η Τουρκία. Αυτό σημαίνει ότι στην συντριπτική τους πλειοψηφία είχαν εκποιήσει την ακίνητη περιουσία τους και είχαν φύγει οικειοθελώς. Άλλωστε ποτέ από την ελληνική πολιτεία δεν έγινε οργανωμένος διωγμός κατά του μουσουλμανικού στοιχείου – κάτι που αποδεικνύεται και από την εκρηκτική αύξηση του μουσουλμανικού στοιχείου της Θράκης από το 1923. Άρα το μεγαλύτερο μέρος των περιουσιών τους είχε πωληθεί πριν την ανταλλαγή. Όσοι απομακρύνθηκαν βάσει της Συνθήκης της Λωζάνης, χωρίς βεβαίως τους διωγμούς και τις σφαγές που υπέστη ο Μικρασιατικός και Ποντιακός Ελληνισμός, άφησαν πιθανώς κτηματική περιουσία ανεκποίητη.

Για αυτά όμως τα περιουσιακά στοιχεία η Συνθήκη της Λωζάνης προέβλεπε τον διμερή διακανονισμό μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας, γιατί οι Έλληνες της Μικρασίας και του Πόντου είχαν αφήσει στις πανάρχαιες εστίες τους όλη τους την ακίνητη περιουσία. Αντί άλλου διακανονισμού οι δύο χώρες συμφώνησαν από κοινού στην παραίτησή τους από την διεκδίκηση αυτών των περιουσιών, με την υπογραφή του Συμφώνου Φιλίας Βενιζέλου-Ατατούρκ. Από την απόφαση αυτή, μάλλον η Ελλάς ζημιώθηκε αν υπολογίσει κάποιος το μέγεθος του ελληνικού πληθυσμού που ξεριζώθηκε βίαια και την οικονομική κατάσταση αυτού του πληθυσμού. Πάνω σε ποια λοιπόν νομική βάση εγείρονται σήμερα οι οποιεσδήποτε διεκδικήσεις;

Η όποια ακίνητη περιουσία Τουρκοκρητικών δεν είχε εκποιηθεί μαζί με την περιουσία του τουρκικού δημοσίου και των βακουφίων (θρησκευτικών ιδρυμάτων) στην Κρήτη, δόθηκε για την αποκατάσταση των Ελλήνων προσφύγων, που βάρβαρα εκδιώχθηκαν από την γη τους. Το τουρκικό κράτος κέρδισε πολλαπλάσια από την κατακράτηση της ακίνητης περιουσίας του προσφυγικού Ελληνισμού, ο οποίος δεν έλαβε καμμία αποζημίωση για όσα έχασε. Άλλο τόσο αποζημιώθηκαν και οι Έλληνες της Πόλης, της Ίμβρου και της Τενέδου, που αναγκάστηκαν μέσα από σειρά διωγμών του κράτους και του παρακράτους της Τουρκίας να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους με μια βαλίτσα στο χέρι. Άλλο τόσο αποζημιώθηκαν και οι Έλληνες της Κύπρου, που έγιναν πρόσφυγες μέσα στο νησί τους, κάτω από τις σφαίρες και τις λόγχες του Αττίλα. Καλλίτερα λοιπόν η Τουρκία και οι πολίτες της να μην προκαλούν. Στο σπίτι του κρεμασμένου δεν μιλάνε για σχοινί.

Τον τελευταίο καιρό έχουμε γίνει θεατές μιας προσπάθειας διαφόρων ημεδαπών παραγόντων να αναπτυχθούν οι δεσμοί της Κρήτης με τους απογόνους των Τουρκοκρητικών. Πασχίζουν να μας πείσουν ότι οι δύο πληθυσμοί, Κρητικοί και Τουρκοκρητικοί, ζούσαν αρμονικά κι αγαπημένα στην Κρήτη και την αγαστή τους συμβίωση ήρθε να διαταράξει η τεχνητή μισαλλοδοξία και ο εθνικισμός που πυροδοτήθηκε από τους πολιτικούς! Γλυκανάλατα μυθιστορήματα Ελλήνων και Τούρκων συγγραφέων εκδίδονται και μας γεμίζουν εικόνες αγάπης και αλληλοκατανόησης. Πολιτικοί και παραπολιτικοί προύχοντες μας σερβίρουν φύκια για μεταξωτές κορδέλες διαστρέφοντας την ιστορία. Γιατί αν οι Κρητικοί ζούσαν αγαπημένοι με τους δυνάστες τους τότε προς τι όλες οι επαναστάσεις; Δεν είχαν τι άλλο να κάνουν; Όλα αυτά εντάσσονται στην διαδικασία θολώματος της μνήμης και ισοπέδωσης της Ιστορίας, όπως εύστοχα έχουν επισημάνει πνευματικά αναστήματα, όπως ο Μίκης Θεοδωράκης, και πνευματικά ιδρύματα, όπως η Ακαδημία.

Αυτά είναι τα αποτελέσματα τέτοιων πρακτικών και διαδικασιών. «Εκεί που μας χρωστούσανε μας πήραν και το βόδι» λέει ο λαός. Μέσα στο ξετύλιγμα της νέο-οθωμανικής στρατηγικής του Αχμέτ Νταβούτογλου, οι Τουρκοκρητικοί επιστρέφουν και διεκδικούν τις περιουσίες τους. Ποιες περιουσίες, αυτές που έφτιαξαν με το μαχαίρι στον λαιμό του κρητικού λαού; Γιατί όποιος διεκδικεί την κληρονομιά των προγόνων του δεν δικαιούται μόνο την περιουσία αλλά και τα χρέη τους. Ελπίζω, χωρίς αισιοδοξία ομολογουμένως, ότι οι ανοητούντες που επιχειρούν παρόμοιες προσεγγίσεις και οι όποιοι αχαρακτήριστοι εγείρουν συζητήσεις για αυτονομίες, θα διδαχθούν κάτι από αυτή την κίνηση των φίλων και γειτόνων μας. Για όποιον δε έχει αμφιβολίες για τον τρόπο με τον οποίο οι Κρητικοί αντιμετώπιζαν τους Τουρκοκρητικούς, τον παραπέμπω στο σύντομο αλλά χυμώδες διήγημα του Ιωάννη Κονδυλάκη «Η Καμπάνα», από την συλλογή «Όταν ήμουν δάσκαλος» (εκδ. Εστία). Εκεί θα λάβει τις απαντήσεις που θέλει από τον «Διαβάτη» των Ελληνικών Γραμμάτων.

Ο Γιάννης Χαραλαμπίδης 

φιλόλογος-εκπαιδευτικός

Δεν υπάρχουν σχόλια: