Οι αναταραχές στον αραβικό κόσμο έμοιαζαν σαν παραγγελία για τη «νέα Τουρκία», μια χώρα που επιθυμεί διακαώς να αυξήσει την επιρροή της στη Μέση Ανατολή.
Από την εποχή που ανέβηκε στην εξουσία το κόμμα AKP πριν από εννιά χρόνια, η Άγκυρα κάνει τα πάντα προκειμένου να καλλιεργήσει θερμές σχέσεις με κάποια αραβικά κράτη, κερδίζοντας αρκετούς πόντους εξαιτίας της στάσης της στο ζήτημα της Γάζας, και της επίλυσης προβλημάτων στο Λίβανο, στο Ιράκ , και στη Συρία.
Τώρα, με εκατομμύρια Αράβων να επιζητούν ελευθερίες, το τουρκικό μοντέλο, δημοκρατικό και κοσμικό με μουσουλμανικό πληθυσμό, μοιάζει ιδανικό ως πρότυπο για ολόκληρη τη Μέση Ανατολή.
Πέντε όμως μήνες μετά από τις αρχικές εξεγέρσεις, και η Τουρκία δεν δείχνει να έχει κάποιο σχέδιο αντιμετώπισης των αλλαγών που συμβαίνουν γύρω της. Μάλιστα, αντί να αναλάβει ρόλο ηγέτη στη περιοχή, η Άγκυρα μοιάζει να τα έχει χαμένα.....
Οι αραβικές εξεγέρσεις ξεκίνησαν ιδανικά για τη Τουρκία. Ο Recep Tayyip Erdogan βρέθηκε πολύ πιο μπροστά από τους υπόλοιπους ηγέτες, απαιτώντας από τον Μουμπάρακ να παραιτηθεί. Η πολιτική πλατφόρμα του κυβερνώντος κόμματος της Τουρκίας έχει να κάνει με τη προώθηση της δημοκρατίας τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό. Βέβαια στη περίπτωση της Αιγύπτου βοήθησαν αρκετά και οι δύσκολες προσωπικές σχέσεις μεταξύ Ερντογάν και Μουμπάρακ. Η Άγκυρα είχε προαισθανθεί τη μειωμένη επιρροή της Αιγύπτου, και προσπαθούσε να πλασάρει τον εαυτό της ως τον νέο ισχυρό παίκτη στη Μέση Ανατολή. Έτσι για μια ακόμη φορά, όλα έδειχναν πως η τουρκική ηγεσία είχε αντιληφθεί τις εξελίξεις στη περιοχή πολύ πιο καλά απ ότι οι υπόλοιποι, και δη η κυβέρνηση του Ομπάμα, η οποία είχε μείνει προσκολλημένη στη στρατηγική συμμαχία με την Αίγυπτο του Μουμπάρακ, και για αυτό ήταν πολύ πιο διστακτική από την Άγκυρα.
Μετά, ακολούθησε η Λιβύη. Παρά τη σκληρότητα που επέδειξε ο Καντάφι, ο Ερντογάν δυσκολεύτηκε να διακόψει τις σχέσεις μαζί του. Ο Τούρκος πρωθυπουργός είχε στο παρελθόν βραβευτεί με το διεθνές βραβείο ανθρωπίνων δικαιωμάτων al Qaddafi, ενώ 30.000 Τούρκοι εργαζόμενοι βρίσκονταν στη Λιβύη, συμμετέχοντας σε κατασκευαστικά έργα τουρκικών επιχειρήσεων αξίας $1.5 δισ.
Η Τουρκία έφερε αντίρρηση στην επιβολή ζώνης απαγόρευσης πτήσεων στη Λιβύη, και μάλιστα ο Ερντογάν ξεκαθάρισε την 28/2, ότι είναι κάθετα εναντίον μιας επέμβασης. Όταν όμως συμφώνησε στην επέμβαση και ο Αραβικός Σύνδεσμος, η θέση της Τουρκίας έγινε περίεργη. Ο Ερντογάν, από τη μία υποστήριζε την ανάγκη απαγόρευσης πτήσεων της λιβυκής πολεμικής αεροπορίας, από την άλλη όμως δήλωνε αντίθετος στην «επέμβαση ξένων στη φίλη και αδελφή Λιβύη». Ακόμη και τη ώρα των ΝΑΤΟϊκών επιδρομών, η Άγκυρα τηρούσε αμφίρροπη στάση, και περιέργως στήριζε τον Καντάφι. Και παρά το γεγονός ότι η Τουρκία πρωταγωνίστησε στην ανθρωπιστική βοήθεια, αρνήθηκε τη χρήση βίας για υπεράσπιση των ανταρτών, επιμένοντας σε κατ αρχήν ανακωχή, και στη συνέχεια σε μεταρρυθμίσεις από πλευράς Καντάφι. Για τους επαναστάτες της Βεγγάζης, οι Τούρκοι ήταν οι υπεύθυνοι για την αποκλιμάκωση των ΝΑΤΟϊκών επιχειρήσεων.
Τέλος, μετά από μια σειρά αποτυχημένων διπλωματικών προσπαθειών, ακόμη και προσωπικών επαφών μεταξύ Ερντογάν και Καντάφι, η Άγκυρα κατέληξε στο ίδιο συμπέρασμα στο οποίο είχαν καταλήξει όλοι, πλην ίσως του Hugo Chávez και κάποιων περιθωριακών αφρικανικών χωρών, ότι δηλαδή ο Καντάφι θα πρέπει να φύγει. Στις 3/5 μάλιστα, ο Τούρκος πρωθυπουργός δήλωσε στους δημοσιογράφους: «Για το καλό της χώρας του, και για το καλό του λαού του, ο Καντάφι θα πρέπει να παραιτηθεί αμέσως».
Κάτι ανάλογο, στο διπλωματικό τομέα, κάνει η Τουρκία και με τη Συρία. Κάποτε οι δυο χώρες ήταν θανάσιμες αντίπαλοι, με διαφορές επί του θέματος της ροής του Ευφράτη ποταμού, αλλά και τη συριακή υποστήριξη προς το κουρδικό ΡΚΚ. Από τότε όμως που ανέλαβε ο Ερντογάν, οι σχέσεις μεταξύ των δυο γειτόνων αναθερμάνθηκαν. Μάλιστα, ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών Ahmet Davutoglu προειδοποίησε πως η «διεθνοποίηση» των αναταραχών στη Συρία, θα προκαλέσει «μη επιθυμητές συνέπειες». Οι Τούρκοι ανησυχούν για τυχόν αποσταθεροποίηση της Συρίας, εξαιτίας του κουρδικού ζητήματος. Μια ανατροπή του Bashar al-Assad, θα σήμαινε οπισθοδρόμηση για τη στρατηγική της Άγκυρας στη Μ. Ανατολή, στην οποία οι καλές σχέσεις με τη Συρία αποτελούν κεντρικό σημείο. Έτσι, δύσκολα ο Ερντογάν θα αποφασίσει να «πουλήσει» τον φίλο του, όπως έκανε με τον Καντάφι.
Αντ αυτού, οι Τούρκοι παραμένουν κυνικοί. Την ώρα που ο Ασάντ έβγαζε στους δρόμους τα τανκς, το τουρκικό υπουργείο Εξωτερικών του συνέστηνε να «προχωρήσει σε μεταρρυθμίσεις», ενώ εξέφραζε και τη ικανοποίησή του με τις προσπάθειες του καθεστώτος. Σε όλα αυτά, η απάντηση είναι: Ποιες μεταρρυθμίσεις;
Η θέση της Άγκυρας στο συριακό ζήτημα δεν την έχει φέρει ακόμη αντιμέτωπη με τις ΗΠΑ και την ΕΕ. Αν όμως, όπως είναι πιθανό, η Αμερική και η ΕΕ αλλάξουν στάση, τότε η Τουρκία θα βρεθεί να υπερασπίζεται έναν δικτάτορα κόντρα στη θέση των δυο συμμάχων της, αλλά και του λαού της Συρίας.
Ένας από τους πολλούς μύθους που γκρέμισε η αραβική άνοιξη είναι και ο μύθος της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής στην εποχή του Ερντογάν. Αν πιστέψουμε την Άγκυρα, τότε η τουρκική διπλωματία στη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας, και πολλές φορές αντιτιθέμενη στη Ουάσιγκτον, είχε θετική μεσολάβηση και επιρροή επί πολλών διαφωνιών και συγκρούσεων στα Βαλκάνια, στον Καύκασο, στη Κεντρική Ασία, στη Μέση Ανατολή, και στη Βόρεια Αφρική. Αυτή όμως η περήφανη τουρκική ρητορική, απλά κρύβει τις αντιφάσεις και της αδυναμίες της εξωτερικής της πολιτικής. Τώρα, ο Ερντογάν και ο Νταβούτογλου συνειδητοποίησαν επιτέλους τη δυσκολία του εγχειρήματος για κυριαρχία στη Μ. Ανατολή.
Ανέκαθεν, η επιρροή της Τουρκίας στον αραβικό κόσμο δεν ήταν τόσο σημαντική όσο έδειχνε. Στη τουρκική ηγεσία αρέσει να ακούγονται ιστορίες για το πώς οι Άραβες παρακολουθούν τις τουρκικές σαπουνόπερες, πως αναρτούν αφίσες του Ερντογάν στα στρατόπεδα προσφύγων στη Sabra και στη Shatila, και για το πώς οι αραβικοί λαοί συγκρίνουν τον Τούρκο πρωθυπουργό με τον Gamal Abdel Nasser.
Στη πραγματικότητα όμως αυτοί οι νέο-Οθωμανοί δυσκολεύονται να διαχειριστούν τη πολιτική της περιοχής, όπως δυσκολεύονταν και οι Σουλτάνοι πρόγονοί τους. Στη καλύτερη περίπτωση, οι Τούρκοι άσκησαν κάποια επιρροή, όταν υπήρχε αραβική παρακμή. Ήταν εύκολο για αυτούς να ασκούν επιρροή, όταν ο αραβικός κόσμος ήταν πολιτικά νεκρός, και στερούνταν κάποιας αυθεντικής ηγεσίας.
Είτε της αρέσει, είτε όχι, η Άγκυρα είναι προσδεμένη στο παλιό καθεστώς. Το αποτέλεσμα είναι ότι σε αυτή τη στιγμή των άνευ προηγουμένου αλλαγών, σε μια στιγμή που η δημοκρατία και οι λαϊκές προσδοκίες κατακυριεύουν τη Μέση Ανατολή, οι Τούρκοι δείχνουν εξαιρετικά λίγοι. Και κάθε άλλο παρά με ηγέτες της περιοχής, όπως θα ήθελε η Άγκυρα, μοιάζουν.
πηγή
Από την εποχή που ανέβηκε στην εξουσία το κόμμα AKP πριν από εννιά χρόνια, η Άγκυρα κάνει τα πάντα προκειμένου να καλλιεργήσει θερμές σχέσεις με κάποια αραβικά κράτη, κερδίζοντας αρκετούς πόντους εξαιτίας της στάσης της στο ζήτημα της Γάζας, και της επίλυσης προβλημάτων στο Λίβανο, στο Ιράκ , και στη Συρία.
Τώρα, με εκατομμύρια Αράβων να επιζητούν ελευθερίες, το τουρκικό μοντέλο, δημοκρατικό και κοσμικό με μουσουλμανικό πληθυσμό, μοιάζει ιδανικό ως πρότυπο για ολόκληρη τη Μέση Ανατολή.
Πέντε όμως μήνες μετά από τις αρχικές εξεγέρσεις, και η Τουρκία δεν δείχνει να έχει κάποιο σχέδιο αντιμετώπισης των αλλαγών που συμβαίνουν γύρω της. Μάλιστα, αντί να αναλάβει ρόλο ηγέτη στη περιοχή, η Άγκυρα μοιάζει να τα έχει χαμένα.....
Οι αραβικές εξεγέρσεις ξεκίνησαν ιδανικά για τη Τουρκία. Ο Recep Tayyip Erdogan βρέθηκε πολύ πιο μπροστά από τους υπόλοιπους ηγέτες, απαιτώντας από τον Μουμπάρακ να παραιτηθεί. Η πολιτική πλατφόρμα του κυβερνώντος κόμματος της Τουρκίας έχει να κάνει με τη προώθηση της δημοκρατίας τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό. Βέβαια στη περίπτωση της Αιγύπτου βοήθησαν αρκετά και οι δύσκολες προσωπικές σχέσεις μεταξύ Ερντογάν και Μουμπάρακ. Η Άγκυρα είχε προαισθανθεί τη μειωμένη επιρροή της Αιγύπτου, και προσπαθούσε να πλασάρει τον εαυτό της ως τον νέο ισχυρό παίκτη στη Μέση Ανατολή. Έτσι για μια ακόμη φορά, όλα έδειχναν πως η τουρκική ηγεσία είχε αντιληφθεί τις εξελίξεις στη περιοχή πολύ πιο καλά απ ότι οι υπόλοιποι, και δη η κυβέρνηση του Ομπάμα, η οποία είχε μείνει προσκολλημένη στη στρατηγική συμμαχία με την Αίγυπτο του Μουμπάρακ, και για αυτό ήταν πολύ πιο διστακτική από την Άγκυρα.
Μετά, ακολούθησε η Λιβύη. Παρά τη σκληρότητα που επέδειξε ο Καντάφι, ο Ερντογάν δυσκολεύτηκε να διακόψει τις σχέσεις μαζί του. Ο Τούρκος πρωθυπουργός είχε στο παρελθόν βραβευτεί με το διεθνές βραβείο ανθρωπίνων δικαιωμάτων al Qaddafi, ενώ 30.000 Τούρκοι εργαζόμενοι βρίσκονταν στη Λιβύη, συμμετέχοντας σε κατασκευαστικά έργα τουρκικών επιχειρήσεων αξίας $1.5 δισ.
Η Τουρκία έφερε αντίρρηση στην επιβολή ζώνης απαγόρευσης πτήσεων στη Λιβύη, και μάλιστα ο Ερντογάν ξεκαθάρισε την 28/2, ότι είναι κάθετα εναντίον μιας επέμβασης. Όταν όμως συμφώνησε στην επέμβαση και ο Αραβικός Σύνδεσμος, η θέση της Τουρκίας έγινε περίεργη. Ο Ερντογάν, από τη μία υποστήριζε την ανάγκη απαγόρευσης πτήσεων της λιβυκής πολεμικής αεροπορίας, από την άλλη όμως δήλωνε αντίθετος στην «επέμβαση ξένων στη φίλη και αδελφή Λιβύη». Ακόμη και τη ώρα των ΝΑΤΟϊκών επιδρομών, η Άγκυρα τηρούσε αμφίρροπη στάση, και περιέργως στήριζε τον Καντάφι. Και παρά το γεγονός ότι η Τουρκία πρωταγωνίστησε στην ανθρωπιστική βοήθεια, αρνήθηκε τη χρήση βίας για υπεράσπιση των ανταρτών, επιμένοντας σε κατ αρχήν ανακωχή, και στη συνέχεια σε μεταρρυθμίσεις από πλευράς Καντάφι. Για τους επαναστάτες της Βεγγάζης, οι Τούρκοι ήταν οι υπεύθυνοι για την αποκλιμάκωση των ΝΑΤΟϊκών επιχειρήσεων.
Τέλος, μετά από μια σειρά αποτυχημένων διπλωματικών προσπαθειών, ακόμη και προσωπικών επαφών μεταξύ Ερντογάν και Καντάφι, η Άγκυρα κατέληξε στο ίδιο συμπέρασμα στο οποίο είχαν καταλήξει όλοι, πλην ίσως του Hugo Chávez και κάποιων περιθωριακών αφρικανικών χωρών, ότι δηλαδή ο Καντάφι θα πρέπει να φύγει. Στις 3/5 μάλιστα, ο Τούρκος πρωθυπουργός δήλωσε στους δημοσιογράφους: «Για το καλό της χώρας του, και για το καλό του λαού του, ο Καντάφι θα πρέπει να παραιτηθεί αμέσως».
Κάτι ανάλογο, στο διπλωματικό τομέα, κάνει η Τουρκία και με τη Συρία. Κάποτε οι δυο χώρες ήταν θανάσιμες αντίπαλοι, με διαφορές επί του θέματος της ροής του Ευφράτη ποταμού, αλλά και τη συριακή υποστήριξη προς το κουρδικό ΡΚΚ. Από τότε όμως που ανέλαβε ο Ερντογάν, οι σχέσεις μεταξύ των δυο γειτόνων αναθερμάνθηκαν. Μάλιστα, ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών Ahmet Davutoglu προειδοποίησε πως η «διεθνοποίηση» των αναταραχών στη Συρία, θα προκαλέσει «μη επιθυμητές συνέπειες». Οι Τούρκοι ανησυχούν για τυχόν αποσταθεροποίηση της Συρίας, εξαιτίας του κουρδικού ζητήματος. Μια ανατροπή του Bashar al-Assad, θα σήμαινε οπισθοδρόμηση για τη στρατηγική της Άγκυρας στη Μ. Ανατολή, στην οποία οι καλές σχέσεις με τη Συρία αποτελούν κεντρικό σημείο. Έτσι, δύσκολα ο Ερντογάν θα αποφασίσει να «πουλήσει» τον φίλο του, όπως έκανε με τον Καντάφι.
Αντ αυτού, οι Τούρκοι παραμένουν κυνικοί. Την ώρα που ο Ασάντ έβγαζε στους δρόμους τα τανκς, το τουρκικό υπουργείο Εξωτερικών του συνέστηνε να «προχωρήσει σε μεταρρυθμίσεις», ενώ εξέφραζε και τη ικανοποίησή του με τις προσπάθειες του καθεστώτος. Σε όλα αυτά, η απάντηση είναι: Ποιες μεταρρυθμίσεις;
Η θέση της Άγκυρας στο συριακό ζήτημα δεν την έχει φέρει ακόμη αντιμέτωπη με τις ΗΠΑ και την ΕΕ. Αν όμως, όπως είναι πιθανό, η Αμερική και η ΕΕ αλλάξουν στάση, τότε η Τουρκία θα βρεθεί να υπερασπίζεται έναν δικτάτορα κόντρα στη θέση των δυο συμμάχων της, αλλά και του λαού της Συρίας.
Ένας από τους πολλούς μύθους που γκρέμισε η αραβική άνοιξη είναι και ο μύθος της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής στην εποχή του Ερντογάν. Αν πιστέψουμε την Άγκυρα, τότε η τουρκική διπλωματία στη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας, και πολλές φορές αντιτιθέμενη στη Ουάσιγκτον, είχε θετική μεσολάβηση και επιρροή επί πολλών διαφωνιών και συγκρούσεων στα Βαλκάνια, στον Καύκασο, στη Κεντρική Ασία, στη Μέση Ανατολή, και στη Βόρεια Αφρική. Αυτή όμως η περήφανη τουρκική ρητορική, απλά κρύβει τις αντιφάσεις και της αδυναμίες της εξωτερικής της πολιτικής. Τώρα, ο Ερντογάν και ο Νταβούτογλου συνειδητοποίησαν επιτέλους τη δυσκολία του εγχειρήματος για κυριαρχία στη Μ. Ανατολή.
Ανέκαθεν, η επιρροή της Τουρκίας στον αραβικό κόσμο δεν ήταν τόσο σημαντική όσο έδειχνε. Στη τουρκική ηγεσία αρέσει να ακούγονται ιστορίες για το πώς οι Άραβες παρακολουθούν τις τουρκικές σαπουνόπερες, πως αναρτούν αφίσες του Ερντογάν στα στρατόπεδα προσφύγων στη Sabra και στη Shatila, και για το πώς οι αραβικοί λαοί συγκρίνουν τον Τούρκο πρωθυπουργό με τον Gamal Abdel Nasser.
Στη πραγματικότητα όμως αυτοί οι νέο-Οθωμανοί δυσκολεύονται να διαχειριστούν τη πολιτική της περιοχής, όπως δυσκολεύονταν και οι Σουλτάνοι πρόγονοί τους. Στη καλύτερη περίπτωση, οι Τούρκοι άσκησαν κάποια επιρροή, όταν υπήρχε αραβική παρακμή. Ήταν εύκολο για αυτούς να ασκούν επιρροή, όταν ο αραβικός κόσμος ήταν πολιτικά νεκρός, και στερούνταν κάποιας αυθεντικής ηγεσίας.
Είτε της αρέσει, είτε όχι, η Άγκυρα είναι προσδεμένη στο παλιό καθεστώς. Το αποτέλεσμα είναι ότι σε αυτή τη στιγμή των άνευ προηγουμένου αλλαγών, σε μια στιγμή που η δημοκρατία και οι λαϊκές προσδοκίες κατακυριεύουν τη Μέση Ανατολή, οι Τούρκοι δείχνουν εξαιρετικά λίγοι. Και κάθε άλλο παρά με ηγέτες της περιοχής, όπως θα ήθελε η Άγκυρα, μοιάζουν.
S.A. από Foreign Policy
πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου